ΝΤΕΜΗ ΛΕΪΛΑΧΑ: ΜΑΘΗΜΑ ΔΕΥΤΕΡΟ
Τα κτίρια είναι πιο σταθερά απ’ τα βήματα*
Είναι χειμώνας. Στέκεται στην ταράτσα της πολυκατοικίας. Την βλέπεις; Πώς γέρνει το κεφάλι της λίγο στον αριστερό της ώμο! Πώς τα μαλλιά της ανεμίζουν σαν κόκκινη σημαία! Την βλέπεις; Το σώμα της καθώς αποτυπώνει τη σταθερότητα του ανθρώπου που δεν περιμένει τίποτα πια! Τα δυο της χέρια που χαϊδεύουν το ένα το άλλο και έπειτα τα φέρνει τυλιγμένα στο στέρνο της! Το βλέμμα της το διακρίνεις; Ανοιχτό όσο το φτερούγισμα ενός αποδημητικού πουλιού.
Λένε πως από μικρό κορίτσι την βλέπουν σε αυτή την θέση ανά διαστήματα! Σαν κάποια μορφή ιεροτελεστίας να την καλεί σε αυτό το σημείο! Όμως εκείνη έκανε το πιο απλό πράγμα του κόσμου. Έφευγε απ’ τον μικρό κόσμο του παιδικού της δωματίου και πήγαινε να συναντήσει τον απέραντο κόσμο της πόλης από ένα σημείο ασφαλές. Παρατηρούσε τα εκατοντάδες κτήρια, στα αθώα μεγάλα της μάτια φάνταζαν σαν σκηνικό θεάτρου. Οι ήρωες της περιορίζονταν σε όμορφες οικογενειακές στιγμές -μια μητέρα μαγειρεύει / ένα παιδί που του διαβάζουν παραμύθια / ένας άντρας που ξέρει να αγκαλιάζει – στιγμές που προσπαθούσε να τις ζήσει έστω και στην φαντασία της.
Λένε πως μια μέρα που έριχνε χωμάτινη βροχή την είδαν να χορεύει και να χαμογελάει! Όμως αυτή ζούσε το όνειρο της! Ήταν αερικά -εκείνος κι εκείνη- προσγειώνονταν στη οροφή του σπιτιού της. Ο ουρανός ήταν γεμάτος από χάλκινα σύννεφα και αυτοί έπαιζαν ένα παιδικό παιχνίδι. Μέσα στο χαμόγελό του φυλακίστηκε το φιλί της και κάθε φορά που τον φιλούσε αυτός άλλαζε μορφές. Πέρασαν δεκάδες πρόσωπα μπροστά απ’ τα μάτια της ώσπου στο τελευταίο της φιλί, δόθηκε την στιγμή που άρχιζε να βρέχει χρυσή βροχή ,μεταμορφώθηκε σε παιδί, ένα μικρό χαρούμενο παιδί. Της πήρε το χέρι και την παρότρυνε σε ένα σάλτο ελευθερίας. Τότε, λένε, ήταν η στιγμή που την είδαν να χορεύει…
Τη βλέπεις! Τώρα στέκεται εκεί χωρίς να κινείται πια! Παρατηρεί όλα τα άψυχα γύρω της για να της θυμίζουν όλα τα έμψυχα που έφυγαν απ’ τη ζωή της. Η αρχιτεκτονική του χάους καθρεφτιζόταν στην ενήλικη της ζωή πια και στην αυλαία της δυσκολευόταν να βρει άλλο χρώμα πέρα από το γκρι. Γι’ αυτό άρχισε να αναζητάει περισσότερο ουρανό!
(*στίχος από το τραγούδι το Μάθημα των Στέρεο Νόβα)
(ΚΕΙΜΕΝΟ ΚΑΙ PHOTO CREDITS: ΝΤΕΜΗ ΛΕΪΛΑΧΑ)